Το αδιάλειπτο ενδιαφέρον των Βρετανών προκαλούσε ο Γεώργιος Γρίβας ακόμα και μετά τον τερματισμό του ένοπλου αγώνα της ΕΟΚΑ, όπως προκύπτει από μυστικά έγγραφα της Υπηρεσίας Ασφαλείας MI5 και της Μυστικής Υπηρεσίας Πληροφοριών Ασφαλείας MI6 που αποχαρακτηρίζονται σήμερα.
Τα έγγραφα, συγκεντρωμένα σε έξι φακέλους, καλύπτουν χονδρικά την περίοδο 1945-1962, με την πλειοψηφία τους να χρονολογούνται στο 1959. Η μεγαλύτερη έμφαση δίνεται στις σχέσεις του Γρίβα με τον Μακάριο, στις σχέσεις του με την ελληνική κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, στα πολιτικά σχέδιά του στην Ελλάδα, αλλά και στο χαρακτήρα του ανδρός.
Σε έγγραφο με ημερομηνία 12/6/56 με τίτλο «Ο στρατηγός Γρίβας και η Οργάνωση ‘Χ’» αναφέρονται ως μειονεκτήματά του «η αλαζονεία του, η έπαρση και η περιορισμένη διανοητική δύναμή του». Από εκεί και πέρα πάντως, όπως επισημαίνεται στο ίδιο έγγραφο, το ιστορικό του αποδείκνυε πως ήταν καλός επαγγελματίας στρατιώτης, θαρραλέος, οπαδός της μοναρχίας και «λυσσαλέος αντικομμουνιστής», στοιχεία που εκτιμούσαν οι Βρετανοί των υπηρεσιών ασφαλείας.
Αποκαλύπτεται μάλιστα ότι είχε συζητηθεί με τον προσωπάρχη του Βρετανού κυβερνήτη της Κύπρου μια πρόταση αμαύρωσης του Γρίβα μέσα από αρνητική προπαγάνδα. Ο προσωπάρχης όμως είχε συμφωνήσει με την τελική εκτίμηση των αρμοδίων υπηρεσιών πως «κάθε απόπειρα να εφευρεθεί βρωμιά (sic) για τον Γρίβα θα ήταν δίκοπο όπλο».
Στις 11/3/59, ο ταξίαρχος Μπιλ Μάγκαν, διευθυντής της ΜΙ5 με ευθύνη συντονισμού των συνεργατών της υπηρεσίας στο εξωτερικό, επιχείρησε μία εκτενέστατη «σκιαγράφηση της προσωπικότητας» του στρατηγού Γρίβα. Τον χαρακτηρίζει αρχικά «ασυνήθιστο άνδρα» καi επαναλαμβάνει σε διάφορα σημεία ότι επρόκειτο για έναν άνθρωπο «πρακτικό», ο οποίος δεν ήταν «της αφηρημένης θεωρίας». Τον χαρακτηρίζει επίσης «γενικά πικρόχολο» άνθρωπο, οξύθυμο, ο οποίος ανέλαβε να ηγηθεί του ένοπλου αγώνα και λόγω της φήμης που θα του προσέδιδε, καθώς «δεν διακρινόταν για την ταπεινότητά του».
Πιο κάτω στο ίδιο έγγραφο ο Γρίβας-Διγενής περιγράφεται ως ένας «καιροσκόπος» άνθρωπος της δράσης, «χωρίς διορατικότητα», αλλά «με αποφασιστικότητα». «Είναι από αυτούς που πράττουν, όχι από αυτούς που σκέφτονται. Είναι ανίκανος να καταστρώσει ένα στρατηγικό σχέδιο, αλλά σίγουρος ότι θα μπορούσε να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε τακτική πρόκληση εμφανιζόταν μπροστά του», αναφέρεται ενδεικτικά.
Τέλος, χαρακτηρίζεται ως «άνδρας αρχών», ο οποίος την ίδια στιγμή όμως δεν είχε ενδοιασμούς και εύκολα αποφάσιζε τη θανάτωση κάποιου, αν και χωρίς καμία δόση σαδισμού. Σημειώνεται εξάλλου ακόμα και το γεγονός ότι πρόσεχε πολύ την προσωπική του υγιεινή, ήταν πάντα καθαρός και ξυριζόταν συχνά, δεν έπινε, δεν κάπνιζε, ήταν σχεδόν χορτοφάγος – την ίδια αυστηρότητα και πειθαρχία ήθελε και επέβαlλε στην ένοπλη εκστρατεία, με αδιάλειπτη προσοχή στη λεπτομέρεια.
Στην προσπάθεια αντιμετώπισης του Γρίβα, οι Βρετανοί ερεύνησαν προσεκτικά και το παρελθόν του. Σε έγγραφο με ημερομηνία 26/4/56 αναφέρεται ότι «η (βρετανική) κυβέρνηση της Κύπρου επιζητεί εναγωνίως να αποκτήσει οποιεσδήποτε διαθέσιμες λεπτομέρειες – όσο πιο φρικιαστικές, τόσο καλύτερα – για τις αντικομμουνιστικές επιχειρήσεις και τις φρικαλεότητες που πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα από την Οργάνωση ‘Χ’ του Γρίβα». Όπως δηλώνεται, σκοπός των Βρετανών στην Κύπρο ήταν να περάσουν τις λεπτομέρειες αυτές σε ένα φυλλάδιο που θα κυκλοφορούσαν ανωνύμως, με στόχο να στρέψουν τους Κύπριους κομμουνιστές εναντίον του Γρίβα και της ΕΟΚΑ και να τους κάνουν «πιο πρόθυμους να αποκηρύξουν και να εναντιωθούν στην ΕΟΚΑ».
Η υπηρεσία πληροφοριών ασφαλείας είχε εξασφαλίσει πολλές αναφορές πληροφοριοδοτών της που είχαν σχέση με τον κύκλο του Γρίβα. Λίγο πριν την έναρξη της ένοπλης εκστρατείας, όπως αναφέρεται σε έγγραφο με ημερομηνία 31/1/55, ο Γρίβας είχε αποστείλει γράμμα σε ενεργό μέλος της ΕΟΚΑ στην Αθήνα. Έγραφε αρχικά πως χρειαζόταν απεγνωσμένα μεγάλη ποσότητα μικρών όπλων και πυρομαχικών και στη συνέχεια πρόσθετε ότι δυστυχώς υπήρχαν πολλοί πληροφοριοδότες των Βρετανών στην Κύπρο και ότι ο αριθμός τους αυξανόταν επικίνδυνα, καθώς και ότι και ο ίδιος είχε σχεδόν πιαστεί δύο φορές.
Στην ίδια επιστολή που είχε περιέλθει εν γνώσει των Βρετανών, όπως και πολλές άλλες, ο Γρίβας σημείωνε ότι δεν έβλεπε καμία ελπίδα συμφωνίας με τους Βρετανούς και ότι παρά τα όσα λέγονταν στην Αθήνα, ο Μακάριος συνέχιζε να είναι πιστός στον αγώνα.
Τρία χρόνια αργότερα, λίγους μήνες πριν από το σχέδιο Μακμίλαν, μυστικό έγγραφο της MI6 με ημερομηνία 18/3/58 που απευθύνεται προς το Αποικιακό Γραφείο, με τίτλο «Οι απόψεις του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου για την κατάσταση στην Κύπρο», αναφέρει πως σε ομιλία του στις 26/2 στην Αθήνα σε κοινό Κυπρίων και υποστηρικτών της ελληνικής κυβέρνησης που είχαν επιρροή, ο Μακάριος είχε πει – πάντα σύμφωνα με τους Βρετανούς της MI6 – ότι έπρεπε να βρεθεί ένας τρόπος εξόδου από το κυπριακό αδιέξοδο, από τη στιγμή που «ο κυπριακός λαός και πράγματι και ο ίδιος είχαν κουραστεί από τον αγώνα».
Το έγγραφο αναφέρει ότι ο Μακάριος είχε εκμυστηρευθεί σε έναν από τους συμβούλους του σε μια πρόσφατη συνομιλία ότι είχε κάνει λάθος μη αποδεχόμενος τους όρους που είχαν πρωτοπροσφερθεί από τον κυβερνήτη Χάρντινγκ κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων μεταξύ τους. Νόμιζε πως οι Βρετανοί καθυστερούσαν επίτηδες να συντάξουν τη δήλωση πολιτικής τους και ότι θα συνέχιζαν να καθυστερούν για δύο ή τρεις μήνες ακόμα ώστε να αποδυναμώσουν τη μαχητικότητα του κυπριακού λαού με μια περίοδο σχετικής ηρεμίας. Αυτό είχε ενοχλήσει πολύ τον Μακάριο καθώς φοβόταν πως στο τέλος αυτής της περιόδου θα έπρεπε ακόμα μία φορά να απορρίψει τις βρετανικές προτάσεις ως απαράδεκτες και τότε θα θεωρείτο υπεύθυνος για την αποτυχία αξιοποίησης του πλεονεκτήματος που είχε εξασφαλίσει για εκείνον ο Γρίβας.
Στα περισσότερα από τα έγγραφα που αναφέρονται στο ρόλο και στις επαφές του Γρίβα στην Κύπρο της περιόδου μετά τον αγώνα κατά των Βρετανών, επισημαίνονται από τους συντάκτες οι όλο και πιο κακές σχέσεις με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Στην αναλυτικότατη σκιαγράφηση του χαρακτήρα και των κινήτρων του Γρίβα, ο ταξίαρχος Μάγκαν σχολιάζει πως «η σχέση του Γρίβα με τον Μακάριο δεν ήταν ποτέ εύκολη». Όπως εξηγεί, «έμοιαζαν να μην συμπαθούν ο ένας τον άλλον και σε πολλές αναφορές του πρώτου στον δεύτερο διακρίνεται μια νότα περιφρόνησης».
Ο Μάγκαν αναφέρει ενδεικτικά την αντίδραση του Γρίβα σε επιστολή που είχε λάβει από τον Μακάριο λίγες ημέρες μετά τις πρώτες επιθέσεις της ΕΟΚΑ, η οποία έλεγε ότι έπρεπε να σταματήσει η εκστρατεία βίας στις πόλεις για να υπάρξει ανασύνταξη δυνάμεων. «Τώρα πρέπει να πάρω μαθήματα από τους διάφορους άτολμους τύπους που περιστοιχίζουν τον Αρχιεπίσκοπο», ήταν η αντίδραση του Διγενή, σύμφωνα με τις πηγές της MI5. Όπως προσθέτει ο Μάγκαν, στο περιθώριο της επιστολής του Μακαρίου ο Γρίβας είχε γράψει: «Εγώ διευθύνω και ξέρω τι κάνω». Αλλά ο διευθυντής της MI5 αναφέρει ότι δεν υπήρχε τη στιγμή σύνταξης της έκθεσής του (αρχές 1959) λόγος να πιστέψει κανείς ότι η σχέση των δύο αδρών είχε χειροτερέψει ποτέ πέρα από αυτό το επίπεδο. «Η μελέτη των εγγράφων έδειχνε ότι όσο αυθάδης και θρασύς και αν ήταν ο Γρίβας, σε γενικές γραμμές είχε επίγνωση της θέσης του», σχολιάζεται.
Όχι ιδιαίτερα ομαλές ήταν και οι σχέσεις του Γρίβα με την ελληνική κυβέρνηση. Όπως αναφέρει ο Μπιλ Μάγκαν, ο Διγενής δεν ήταν «δουλοπρεπής» απέναντι στους πολιτικούς: «Αντίθετα εισερχόταν όσο μπορούσε στα δικά τους χωράφια. Δεν είχε καμία αίσθηση προσωπικής κατωτερότητας».
Στα έγγραφα του 1959 το ενδιαφέρον των Βρετανών της MI5 στρέφεται στις πολιτικές επιδιώξεις του Γεωργίου Γρίβα, στις συμβουλές που λάμβανε από συμμάχους του στην Αθήνα και την οξυμένη σχέση του με τον Καραμανλή και τον Υπουργό Εξωτερικών Αβέρωφ.
Επί μακρώ ο Γρίβας διατεινόταν ότι δεν είχε πρόθεση να μπει στην πολιτική αρένα της Ελλάδας, ωστόσο η εκτίμηση των Βρετανών και αρκετών εκ των ατόμων που βρίσκονταν στον στενό του κύκλο ήταν πως θα έπαιρνε την απόφαση όταν έκρινε ώριμες τις συνθήκες. Οι Βρετανοί τον θεωρούσαν «υπερβολικά φιλόδοξο» για να μείνει εκτός ελληνικής πολιτικής σκηνής, ιδίως από τη στιγμή που θεωρούσε ότι του αναλογούσε ένα ρόλος «σωτήρα του έθνους». Πολλές είναι οι αναφορές σε ανησυχία της κυβέρνησης Καραμανλή για την επίπτωση που θα είχε η κάθοδος του Γρίβα στην πολιτική.
Βρετανικές αναφορές εκτιμούσαν ότι ο Γρίβας είχε τέσσερις επιλογές ώστε να βρεθεί στην εξουσία, ενδεχόμενο που για ένα διάστημα αρκετών μηνών θεωρείτο υπαρκτό, τόσο από την Αθήνα όσο και στο Λονδίνο, όπως προκύπτει από τα έγγραφα. Οι επιλογές ήταν είτε η απόσχιση βουλευτών της ΕΡΕ που θα έριχναν την κυβέρνηση Καραμανλή, είτε ο σχηματισμός ενός νέου κόμματος με τον ίδιο επικεφαλής, είτε η λαϊκή πίεση μέσω διαδηλώσεων, είτε τέλος ένα στρατιωτικό πραξικόπημα. Πάντως λίγο πριν αποφασίσει ο Γρίβας να τεθεί επικεφαλής νέου πολιτικού κινήματος στην Ελλάδα, οι Βρετανοί σχολίαζαν ότι μετά τον αρχικό ενθουσιασμό με το πρόσωπό του λόγω της δράσης της ΕΟΚΑ, οι Έλληνες φαίνονταν να είχαν ξεχάσει ποιος ήταν και ότι επομένως οι προοπτικές πολιτικής επιτυχίας είχαν περιοριστεί.
Επίσης το 1959 ο Γρίβας απασχόλησε τους Βρετανούς με τη στάση του και τις δηλώσεις του αναφορικά με τις διαπραγματεύσεις Ζυρίχης/Λονδίνου. Συνομιλία συνεργάτη του με φιλικό πρόσωπο ήρθε εν γνώσει των Βρετανών. Ο Γρίβας φέρεται να είχε πει στον συνεργάτη του πως βρισκόταν σε δίλημμα για τη στάση που έπρεπε να τηρήσει έναντι των συνομιλιών, γιατί πίστευε πως αν αντιτίθετο θα είχε την υποστήριξη της πλειοψηφίας του λαού. Κάτι τέτοιο όμως θα προκαλούσε σχίσμα τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα.
Το Σεπτέμβριο του 1959 βρετανική διπλωματική έκθεση από την Αθήνα επισήμαινε πως από την αρχή η στάση του Γρίβα επί του θέματος ήταν διφορούμενη. «Από τη μία έλεγε ότι ήταν απλός στρατιώτης που είχε καθήκον να αποδεχθεί πολιτικές συμφωνίες, αλλά από την άλλη πλευρά νιώθοντας – μάλλον δικαιολογημένα – ότι δεν τον είχαν πληροφορήσει πλήρως για τις εξελίξεις άρχισε να έχει επιφυλάξεις για τις Συμφωνίες», ανέφερε ο Βρετανός πρέσβης στην Αθήνα.
Με το πέρασμα των μηνών οι δηλώσεις Γρίβα ότι δεν είχε εμπλοκή και ενημέρωση για τις Συμφωνίες Λονδίνου/Ζυρίχης και πως εσκεμμένα τον είχαν «κρατήσει στο σκοτάδι» ώστε να του παρουσιάσουν «τετελεσμένα», ήταν προφανές πως προκαλούσαν ακόμα περισσότερες εντάσεις στις σχέσεις του με τον Μακάριο και την κυβέρνηση των Αθηνών, όπως συχνά επισημαίνουν οι Βρετανοί.
Αρκετές είναι, τέλος, οι αναφορές στο ημερολόγιο και τα απομνημονεύματα του Γρίβα. Το πρώτο κρίνεται αυθεντικό, ενώ τονίζονται οι αντιδράσεις που προκαλούσαν τα απομνημονεύματά του τόσο πριν όσο και μετά την έκδοσή τους.