Είναι μόλις 22 ετών, όμως έχει βιώσει στο πετσί του τον πόλεμο. Γεννημένος στο Κομπάνι, την πολιορκημένη από το Ισλαμικό Κράτος πόλη στα σύνορα της Συρίας με την Τουρκία, όπου οι Κούρδοι πολεμούν καθημερινά σώμα με σώμα τους φανατικούς ισλαμιστές, δεν είχε και πολλές επιλογές.
Ο Χαμντί πήρε το όπλο του και τάχθηκε στις τάξεις της κουρδικής πολιτοφυλακής όταν ξέσπασε ο εμφύλιος στη Συρία, το 2011.
Το News247 εντόπισε το νεαρό Κούρδο μαχητή σε ένα σπίτι στο κέντρο της Αθήνας, όπου έχει καταφύγει εδώ και μερικές εβδομάδες, με την υποστήριξη ομοεθνών του που ζουν χρόνια στην Ελλάδα.
Από φοιτητής...μαχητής
Από τα χαρακώματα του Κομπάνι έως την καρδιά της Αθήνας, ο Χαμντί μας διηγείται την ιστορία του.
«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο χωριό Τσοχόρ, 65 χιλιόμετρα από το Κομπάνι. Ξεκίνησα να σπουδάζω χημεία στο πανεπιστήμιο στο Χαλέπι, όμως ένα χρόνο μετά άφησα τις σπουδές μου για να καταταγώ στη μονάδα πολιτικής προστασίας YPG.
Ήμουν 19 ετών.
Έπρεπε να είμαι έτοιμος να προστατέψω το χωριό και την πόλη μου γιατί στην Συρία ξέσπασε εμφύλιος.
Πρώτη φορά σε πεδίο μάχης βρέθηκα πριν από δύο χρόνια, όταν ο Συριακός Απελευθερωτικός Στρατός μαζί με την Al Nusra επιτέθηκαν σε μια πόλη ανατολικά του Κομπάνι.
Οι μάχες δεν σταματούσαν επί δύο ημέρες. Την τρίτη ημέρα πήγα κι εγώ να πολεμήσω.
Από τότε πολεμούσα συνέχεια. Δεν φοβόμουνα. Πολέμησα το στρατό του Άσαντ, πολέμησα την Al Nusra, που είναι ουσιαστικά το παρακλάδι της Al Qaeda στη Συρία, πολέμησα την ISIS.
Η ISIS υπήρχε πολλά χρόνια στη Συρία μαζί με την Al Nusra και άλλες μικρές ισλαμιστικές οργανώσεις. Πριν από ενάμιση χρόνο περίπου όλες αυτές ενώθηκαν και εξαπέλυσαν επίθεση εναντίον μας με πρωτοβουλία της ISIS.
Τον περασμένο Μάιο οι μάχες έγιναν πολύ δύσκολες. Είχε ξεκινήσει η επέλαση του Ισλαμικού Κράτους.
Οι μαχητές της Al Qaeda ήταν ερασιτέχνες μπροστά σε αυτούς του Ισλαμικού Κράτους, τόσο από θέμα όπλων όσο και εκπαίδευσης.
Το Ισλαμικό Κράτος έχει πλήρως εξοπλισμένο στρατό με βαριά όπλα και τανκ. Μόνο τα αεροσκάφη τους λείπουν. Εμείς τους πολεμάμε μόνο με καλάσνικοφ και με ό,τι όπλα καταφέρνουμε να τους κλέψουμε. Μία φορά μας έριξαν και χημικά.
Είναι άγριοι και δεν εφαρμόζουν κανένα κανόνα πολέμου.
Τις νύχτες δεν υπάρχει ύπνος. Κάνουμε βάρδιες γιατί συνήθως επιτίθενται στις 2 μετά τα μεσάνυχτα και οι μάχες κρατούν μέχρι τα ξημερώματα.
Είναι βάρβαροι. Η Al Qaeda σε σκοτώνει με μια σφαίρα στο κεφάλι, αυτοί σου κόβουν το κεφάλι.
Σε μια από τις πρώτες στρατιωτικές βάσεις που κατέλαβαν, αποκεφάλισαν 270 στρατιώτες και κάρφωσαν τα κεφάλια πάνω σε σίδερα σε ολόκληρη την πόλη.
Παίρνανε ναρκωτικά πριν τη μάχη. Στα πτώματά τους βρίσκαμε χάπια και χασίς.
Όταν τους πιάναμε αιχμάλωτους μας παρακαλούσαν να τους σκοτώσουμε για να πάνε στον Παράδεισο».
"Όσους και να σκότωσα την άλλη μέρα έρχονταν άλλοι τόσοι."
Ο Χαμντί δέχθηκε να μας μιλήσει επώνυμα και η μαρτυρία του είναι καταγεγραμμένη, δεν ήθελε όμως να αποκαλύψει το πρόσωπό του. Μοιράστηκε μαζί μας φωτογραφίες από το μέτωπο του Κομπάνι. Ορισμένοι από τους συναγωνιστές του που διακρίνονται σε αυτές τις φωτογραφίες, είναι πλέον νεκροί.
«Στον πόλεμο έχασα πολλούς φίλους και δύο ξαδέρφια. Άλλα δύο ξαδέρφια πιάστηκαν όμηροι από τους τζιχαντιστές.
Δεν άντεχα άλλο ψυχολογικά. Δύο χρόνια ένιωθα εγκλωβισμένος, κουράστηκα να πολεμάω. Γι αυτό και έφυγα.
Το μυαλό μου όμως είναι εκεί. Προσπαθώ να επικοινωνώ καθημερινά για να μαθαίνω τι γίνεται στο Κομπάνι. Είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα.
Δεχόμαστε βάρβαρη επίθεση με βαριά όπλα, την ώρα που εμείς παλεύουμε με σχεδόν γυμνά χέρια.
Όσους και να σκότωσα την άλλη μέρα έρχονταν άλλοι τόσοι".
Στον πόλεμο τα περιμένεις όλα. Όμως από μια ειρηνική χώρα περιμένεις κάτι καλύτερο
Στην Ελλάδα ήρθε μέσω Τουρκίας, συγκλονίζει η αφήγηση του:
"Πέρασα τα σύνορα στον Έβρου και παραδόθηκα μόνος μου στους συνοριοφύλακες. Με κρατήσανε ένα μήνα στη φυλακή.
Δεν θέλω να μείνω εδώ, δεν μου αρέσει, δεν μου φερθήκανε καλά στη φυλακή.
Στον πόλεμο τα περιμένεις όλα, δεν σε νοιάζει, όμως από μια ειρηνική χώρα περιμένεις κάτι καλύτερο.
Προσπαθώ να φύγω, θέλω να πάω στη Νορβηγία.
Έχω κάποιους συγγενείς εκεί και θα ζητήσω άσυλο.
Ονειρεύομαι να φύγω από εδώ και να μπορέσω να σπουδάσω».